27/12/07

Κρύφτηκα πίσω απ' το γιασεμί.
Μ' έχασες; Αυτό δεν ήθελες;
Απ' τη δύσκολη θέση σε βγάζω!
Δε περιμένω να ψάξεις να με βρεις,
ούτε καν για λόγους τυπικούς!
Αναμφίβολα όμως το γιασεμί είναι
ένας όμορφος και ποιητικότατος
τρόπος να στολίσω τα αδιάφορο
πέρασμά σου!

Κρύφτηκα πίσω απ' το γιασεμί.
Άλλωστε δεν είναι και τ' αγαπημένο
σου λουλούδι! Δε φοβάμαι μη το κόψεις!
Έκοψες εμένα.

Με τι χέρια λοιπόν, να σηκώσω το τηλέφωνο;
Με τι χέρια να αγαπήσω το πέρασμά σου;
Με τι χέρια να σηκώσω τη μνήμη;
Άκλητη πάντα! Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη.

Δε φταις εσύ. Μη τρελαίνεσαι.
Μόνη μου ερωτεύομαι εγώ.
Φτιάχνω αιτίες κι αφορμές.
Μόνη μου γεμίζω τις νύχτες με ξενιτιές.
Κι ύστερα κρύβω την αυτοπάθειά μου
πίσω από λέξεις. Τις βιάζω σχεδόν,
αλλά δεν το θέλω, στ' ορκίζομαι!
Εκείνες πάντα αντιστέκονται στο
φιλόδοξο χάδι μου
-ίσως ακριβώς γιατί είναι φιλόδοξο-
και διαλαλούν την ανεπάρκειά μου με στόματα
αρρωστημένων ερινυών.


16/9/07

Θα..

Δυο βήματα πιο κάτω, η ζωή είναι εύκολη στο περπάτημα (Στις πτήσεις εμφανίζει κάποια μικροπροβλήματα, αλλά ας μην ξεχνάμε πως η τεχνολογία σήμερα κάνει θαύματα!), ο θάνατος ερωτοτροπεί με τη ματαιοδοξία κάποιου "θα...". Δε θα σκεφτώ τίποτα άλλο. Ανοίγω το ραδιόφωνο. Κάποιος γελάει κι ύστερα "Βαρέθηκα τη μίζερή μου φύση..." Αίμονα πως μεγάλωσες μέσα σε δυο νύχτες; Ένα τσιγάρο τράκα Αίμονα καλέ μου. Θα στο χρωστάω δυο βήματα πιο κάτω. Τι περιμένεις λοιπόν; Στρέψε το μαχαίρι!εσύ γεννήθηκες για ν' αγαπάς. Ανεπαίσθητα θα φύγουμε μη τρομάζεις. Κι εγώ θα φροντίσω να πάρω ομπρέλα. Δυο βήματα πιο κάτω μπορεί να φανταστούμε βροχή...Άλλωστε ο συγγραφέας δε θα μας ορίζει πια. Μπορούμε να φανταστούμε ότι θα...


4/8/07

Παζαρέματα με την κυρά Λήθη



Αρμένιζα στα στενά του Θησείου
Απόγευμα όλων των αντίρροπων χρωμάτων.
Ποιος τα ανάγκασε να συνυπάρξουν;


Σταμάτησα έξω απ'το παλιατζήδικο του δειλινού.
Ήξερα βέβαια τι θα συμβεί.Ήταν αναμενόμενο.
Άρχισα τα παζαρέματα με την κυρά Λήθη...
Άκουσα συμπονετικά τα παράπονά της.
Ξέρει καλά να σε ξεγελά με την πλήρη συγκατάθεσή σου!
"Ο χρόνος όλα τα γιατρεύει" λες κι έτσι
μένεις αγιάτρευτη στην ροπή του,
Ραγισμένος τροχός, τρύπια αναπόληση
Αδύναμη να ακολουθήσει...



Έλεγα όμως για τα παράπονα της κυράς των Ματαιοτήτων.
Είναι χρόνια δύσκολα μου είπε. Δεν το αρνούμαι.
(Πως να αρνηθω;Κάπως άλλωστε πρέπει κι εγώ
να δικαιολογήσω όλες τις πανσέλινες νύχτες
που ξέχασα να θυμηθώ...)



Πως να επιβιώσεις, είπε, με τόσα σύγχρονα μέσα
Αιχμαλωσίας απόντων στιγμών...;
Φωτογραφικές μηχανές, Ψηφιακές, Βιντεοκάμερες
Κινητά τηλέφωνα συρρικνωμένης τεχνολογικής προόδου
και διεσταλμένης μοναξιάς....


Έκανα τάχα πως την λυπάμαι. Στον εαυτό μου έστω.
Κι έτσι αρχίσαν οι συναλλαγές!
Ένα γνωστό πλέον παιχνίδι προσθαφαίρεσης.


Πήρε ό,τι δεν αιχμαλωτίζεται: Γεύσεις, αρώματα,
βλέμματα, αγγίγματα, φιλήματα...
Κι εγώ πρόσθεσα στο κενό τους επιτάφιες επιγραφές
Σαν τους τίτλους πάνω από τις εικονικές φωτογραφίες
των κινητών.

Μιαν επαλήθευση αυτού που κάποτε υπήρξε.
Αυτού που προς χάρην του υπάρχω τώρα κι εγώ,
Σαν ένα ακόμη σύγχρονο μέσο αιχμαλωσίας
επαναλήψεων χαμών.









Των Φασμάτων




Έχω δυο φεγγάρια, το'να στον ουρανό
Και τ'άλλο στο καθρέφτη της θαλάσσης,
Μα δε ξέρω...ποιο απ'τα δυο είναι τ'αληθινό
Και ποιο θέλει πιότερο κόπο να το φτάσεις...;



Φιάνω σκάλες από προσευχές και προσμονές
Μα το'να είναι πολύ ψηλά
Και τ'άλλο όσες κι αν προσπάθησα φορές
Σκορπίζει σαν αγγίζω τα νερά.



Φιάνω τα χέρια μου γεφύρια και σκοινιά
Μα χάνομαι συνέχεια μεσ'την ομίχλη
Και εσύ φαντάζεις πάντα όλο πιο μακριά
Ανυποψίαστα όπως με νικά η Λήθη



Έτσι, παίρνω δυο μικρά ψαράκια του γιαλού
Να μ'οδηγούν μεσ'των Φασμάτων τις ατραπούς
Παίρνω και δυο γλάρους, μαριονέτες του θεού
Να νομίσω τάχα πως πετώ πάνω απ'τους καημούς.



Έτσι, αφήνω την αλήθεια να χαθεί στου ορίζοντα το βάθος
Έκει που μπλέκεται η θάλασσα με τον ουρανό,
Χτίζω τα "γιατί;" μου με δίψα περισσή και πάθος
Κι ας είναι ύστερα το κένο της απάντησης διπλό.


Ό,τι απόμεινε


Στ'απόνερα του περάσματός σου
Είμαι πάντα εκείνη η μαβιά
Αγαπημένη σου νηρηίς...
Το ανώνυμο κύημα των αφρών
Που γεννιέται επανειλημμένα,
επίμονα με κάθε κύμα
Που γητεύεται σε κάθε γλυκό
κελάρυσμα του νερού
Που χάσκει μπρος στην σαρωτική
αύρα του παραμυθιού σου.

Ωσπου να διαμελιστεί
προσκρούοντας στα βράχια
Ή ν'ασθενήσει
στη ροπή της συνήθειας...

Στην εικονική προοπτική
του βυθού σου
Είμαι πάντα μια διάφανη
μικρούλα φυσαλίδα
Αφελώς αφημένη στην άνωση,
ανεβαίνω άηχα στην επιφάνεια της πάντα
απατηλής
μορφής σου.

Εκτεθειμένη στην κάθε κίνησή σου

Εκτεθειμένη στην κάθε
υποψία ανάδυσής σου.
Συμβιβασμένη με την
κρυφή γνώση, τη γνώση
της μελλοντικής μου
Ανυπαρξίας.



Εν συντομία



Απ'την αλήθεια ως τα παραμύθια
Μια εισπνοή πολύχρωμα ενύπνια
Π'απειλούν με νεροπίστολα τη συνήθεια.

Απ'το γέλιο ως το στεναγμό
Ένα χελιδόνι διαβατάρικο
Που λαβώθηκε από ξένο κυνηγό.

Κι απ'τη γη ως τον Άδη
Μια διακοπή ρεύματος το βράβυ
Κι εν' απαλό,της Περσεφόνης χάδι...

2/8/07

Χαμένος σ'ένα φάλτσο σόλο


Είχε στα χέρια του σημάδια

απ'την λαχτάρα κάποιας χίμαιρας

που ονόμασε ελευθερία.

Μέσ'τα αλλόκοσμα μάτια του

κυμάτιζε ζωηρά η υπερτροφική του φαντασία.

Τα δειλινά γλιστρούσε απ'την στιγμή

και πήγαινε να βρει,όσα φύγαν δίχως να'ρθουν,

και κάτι παιδιά, που σα σκυλιά

μέσ'τα σωθικά του αλυχτούσαν διέξοδο να'βρουν.

Σαν έπιανε το φθινόπωρο έβγαινε μεσ'την βροχή,

μεσ'τους μύριους μικρούς καθρέφτες

και χόρευε με τ'αδιόρατο είδωλό του,

κι η καρδιά του, στην ομορφιά της γύμνιας ντυμένη

μούσκευε ολόκληρη και χλεύαζε άφοβα

την απληστία του βασιλιά Χρόνου.

Ένας πρίγκιπας του πουθενά

άναμεσα σ'αυτοκίνητα και καπνούς,

που έμαθε το σήμερα να υπομένει

και έπλασε το παραμύθι του αδιαφορώντας για τον αιώνιο

ύπνο της καλής του, για να'χει να προσμένει.

Τις νύχτες πάλευε με την απόγνωση της θριαμβευτικής γνώσης ότι υπήρχε

ακόμα και μεσ'την προσπάθεια της απόλυτης αδράνειάς του,

καθότι το μικρό σαράκι ροκάνιζε ασταμάτητα το υγρό του μυαλό,

ώσαν τα σπλάχνα του ξύλου, καταστρέφοντας το ίδιο το σώμα που το γέννησε.

Τις νύχτες πάλευε με τους κλέφτες που φέρναν οι αγέριδες

διαμελίζοντας τις ψυχές τους, σαν την μαρμαρυγή κάποιου αστέρα.

Τους ζήλεψε θαρρείς!

Έτσι, ψάχνωντας ψηλαφιστά την κρύα πλευρά του μαξιλαριού

και τη ζεστή όψη του κόσμου, αποξεχάστηκε σ'ένα φάλτσο σόλο,

και δε σηκώθηκε ποτέ ξανά απ'το κρεβάτι.

Σ'ένα φάλτσο σόλο, σαν από'κείνα που σκάρωνε για να μην ακούει τη σιωπή ή τον εαυτό του...

01/09/06

Υποθετικοί Λόγοι Κεφάλαιο: Παραμύθια



Αν είχα λέει εύκολα τα παραμύθια,
Θ'ανέβαινα σ'ένα άστρο να κατοικώ
Τη θλίψη μου θ'άφηνα στη γη,
Σα μαύρη τελεία σε τετράδι λευκό.


Αν είχα λέει εύκολα τα παραμύθια,
Θα'μουν η Μούσα κάθε άδοξου ποιητή
Κάθε νέου που ψάχνει το Θεό,
Θα'μουν φάρος στου ερέβους τη ροπή.


Αν είχα λέει έυκολα τα παραμύθια
Θα'μουν του Μέγα Αλέξανρδου η αδερφή,
Όχι να ρωτώ τους ναυαγούς αν ζει,
Μα να κλέψω της άγνοιας την απαντοχή.


Αν είχα λέει εύκολα τα παραμύθια
Θα'μουν νεράιδα με δυο μεγάλα αυτιά,
Να μη γλυστρά της Λήθης το στεφάνι απ'τα μαλλιά,
Φάσματα του χθες να φαντάζουν λειψά.


Αν είχα λέει εύκολα τα παραμύθια,
Λαθρεπιβάτης θα'μουν σ'ένα καράβι από ψέμα
Στου πηγεμού τα πέλαγα, για τα ενδότερα ξένα,
Πυξίδα μου το άπιαστο ως στης λογικής το τέλμα.


Πρόκειται όμως λέει η Δασκάλα για Λόγο Υποθετικό,
Στ'αρχαία, στα νέα και σ'όλες τις γλώσσες του νου,
Αόριστη επανάληψη σε μέλλον και παρόν,
Ονειροβασίες ως στην αυγή στ'απόκρυμνα τ'ουρανού.
....πάνω στο θρανίο...εν ώρα Αρχαίων....

Άτιτλο



Απόψε θα ντυθώ φυγή
Προτού γίνω κάτι απ'αυτά που μίσησες,
Θα χορέψω για στερνή φορά
Σε τούτη την παραίσθηση που μίσεψες.
Κι ύστερα ξέρεις που θα με βρεις
Πάντα ήξερες....γι'αυτό όλο σκληρά μ'αφήνεις,
Σε κάποιο στίχο ασώματη να ζητιανεύω
Για τον εαυτό μου που κάθε νύχτα σβήνεις.
Θα με βρεις στο τέλος της αρχής
Να σώνομαι σα κλωστή σε κάποιας Μοίρας τ'αδράχτι
Ή σε μια σκέψη σχεδόν ανορεξική
Μούσα στην οθόνη νεκρή, θαμμένη στων καιρών τη στάχτη.
Θα με βρεις στου κόσμου το σαματά
Να κλέβω κάποιου ποιητή τα πανδέγμονα μάτια,
Διψώντας για το νερό της λησμονιάς
Να καίω τ'ανάλγητο τώρα με της Μνήμης τ'αλάτια.
Θα με βρεις να κυματίζω
Μεσ'την πλανόδια ζεστή πάνω απ'την άσφαλτο καυτή
Ή σ'ενα τσιγάρο που σιγοκαίγεται ξεχασμένο
Στου χρόνου το τασάκι, υπολογίζοντας την αντοχή.
Θα με βρεις σε κάποιο στενό,
Σε κάποιο καλτνερίμι της Πλάκας παλιό,
Ν'ανασταίνω ήχους, αγγίγματα, φιλήματα,
Ώσπου σ'ένα όνειρο μοβ πάλι ν'αναληφθώ.
Θα με βρεις όπου θες εσύ...
Σ'ένος στημένου παιχνιδιού τις παρτίδες,
Θα με χάσεις, θα με κερδίσεις, θα μ'αφήσεις.
Ωσότου άηχα να με γητεύσουν του μύθου νηρηίδες...


1/8/07

Please mind the gap...

Ημουν κρυμμένη μέσα στο αβέβαιο βήμα,
Μέσα στο αδιόρατο και αφελές πέταγμα πάνω
Απ'το κενό αποβάθρας και συρμού.
Ήμουν παιδί μέσα στο τρεμούλιασμα του χρόνου,
Μέσα στην ανείπωτη προσμονή για την υπόσχεση που του'δώσαν.
Η καρδιά μου φτιαγμένη λες, από γιασεμιά και αιθάλη
Έψαχνε λιγάκι ήλιο να ξανοίξει το χάος των ερωτημάτων.
Κι έφτανε μόνο μια σιωπηλή αγκαλιά,
Ένα ψηλάφισμα, δροσιά, σαν αεράκι.
Άλαλος μισεμός απ'το κόσμο. Προορισμός:ο κόσμος.
Χέρια συνθέτες, αρπίσματα στο σώμα,
Χτίστες για το νέο μου δέρμα.
Χείλια που μάτωσαν μεσ'το ασίγαστο πάθος
Να νικήσουν μια φορά έστω, το Χρόνο σμηλευτή.
Συνθήματα στα θρανία, στους τοίχους, στη καρδιά.
Λόγια δίχως ήχο, μάτια αχόρταγα, άπληστα,
Μπλεγμένα όνειρα με μουσκεμένα μαλιά,
Υπόστεγα φιλιών, στίχοι και ήχοι για'μένα,
Ξάγρυπνα κρεβάτια κι ο δρόμος για την Λήθη.
"Ερωτικά παλέματα". Αιμάτινα σ'αγαπώ.

Τέλος.Ηττήθηκα; Ηττήθηκες; Ηττηθήκαμε!

Σε ρούφηξε ο ανυπόφορος συριγμός του τρένου
Ή σάπισες μέσα στην ανύποπτη υγρασία της συνήθειας.
Και άλλο, τώρα πια, δεν έχεις, παρά να πορεύεσαι
Με μια ηρεμία στο πρόσωπο και μια απουσία στο βλέμμα.
Την απουσία όλων αυτών που λαχτάρησες για μένα.

Εγώ...δε ρωτας, το ξέρω, μα είμαι καλά.
Γυναίκα με μια διάφανη νεκρή νεραίδα στους ώμους.
Παιδί που αθέτησαν την υπόσχεση που του'χαν δώσει.
Ίκαρος ανέμυαλος, που θέλησε να πετάξει ψηλά
Μα προσέκρουσε σκληρά στο κενό μεταξύ αποβάθρας και συρμού,
μεταξύ αλήθειας και παραμυθιού
στο πουθενά σου που'ταν το δικό μου παντού.

Μισεμός


Ένα απροσδιόριστο κενό
χορεύει πάνω στις ώρες
πάνω στου τώρα τις αιώρες,
πάνω στους λεπτοδείκτες σιωπηρά
το "γενικά" ενός οράματος μετρά.

Ένα θαυμάσιο, υπερήφανο κενό
σα να ουρλιάζεις "τίποτα δε μου φτάνει εδώ"
μα..."για τίποτα δε φτάνεις!" να γυρίζει η Ηχώ
σα μια κάμπια που σέρνεται σου στα σωθικά,
μα πως να γίνει πεταλούδα με σάπια ιδανικά;

Ένα αχόρταγο, άπληστο κενό
χλευάζει πάλι του "είναι" σου την ήττα,
κι η Ζωή σου απ'το ζήτα ως το ήτα,
ξέχειλη απ'του "φαίνεσθαι" την ομορφιά
χαρίζεται σε ολιγόζωη λησμονιά.

Ένα διάφανο, αδιόρατο κενό,
μα αν κοιτάξεις,θαρρώ υπάρχει κάτι,
κάτω απ'του νου σου το κρεβάτι.
Είν' το κενό που μια μέρα και σε θα κλέψει
ή το γέλιο που άφησε ο εαυτός σου πριν μισέψει.

Οι Ειδήσεις Σε Τίτλους


Αύξηση παρατηρείται εφέτος, σύμφωνα με έρευνες,
σε εκρτώσεις ιδανικών.

Σε αφθονία στους δρόμους
τα ξεφτισμένα οράματα
και τα ματαιωμένα όνειρα.
Η πολιτεία αδιαφορεί.

Σε τιμή κόστους θα βρείτε
στο εμορικό κέντρο της οθόνης
τρύπια λόγια εισαγωγής
καΘώς και οι παρωχημένες ιδέες.

Εντοπίστηκαν στα ράφια
ληγμένες υποσχέσεις
και σάπια πρότυπα.

Κατασχέθηκαν χθες στην Ομόνοια
ανεκπλήρωτες προσδοκίες μεταναστών
μέσα σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών.
Οι προσδοκίες μεταφέρθηκαν στο αυτόφορο.

Μεγάλη πτώση σημειώθηκε
για ακόμη μια φορά σήμερα στο Χρηματιστήριο.
Τα αισθήματα σε τιμές εξευτελιστικές!

Σύμφωνα με δηλώσεις των Ερινύων, κατεβαίνουν
αύριο σε απεργία κάτι άστεγες μορφές του παρελθόντος.
Τέλος η ΝΕΑ πλαστική συσκευασία της ψυχής
έκανε σήμερα επιτέλους την εμφάνισή της στην αγορά,
προκαλώντας πραγματικό σάλο!
Πληροφορίες χρήσεις αναγράφονται
στο πίσω μέρος:ένα χαμογελαστό προσωπείο,
ένας διάφανος αρμός στη θέση της καρδιάς
και λίγο κρασί να ξεγελάμε τον πόνο.

29/7/07

Τ'απογεύματα τις Κυριακές


Τ'απογεύματα τις Κυριακές
Στ' αγνάντι του ο χειμώνας
Με σέρνει σε θύμισες λειψές
Και μιας θλίψης γίνομαι θαμώνας.


Τ'απογεύματα τις Κυριακές
Βγαίνω απ' το σώμα μου νωχελικά
Και μπαίνω μέσα σ' άναρχες μουσικές
Σε ρόλους και παραμύθια δανεικά.


Τ'απογεύματα τις Κυριακές
Ακούω βήματα να σχίζουν σιγαλά τη σιωπή,
Βλέπω μεσ' το καφέ να χορεύουνε σκιές
Μα είναι μόνον κάποια του νου ξεκούρδιστη χορδή.


Τ'απογεύματα τις Κυριακές
Οι στοιχειωμένοι τοίχοι του σπιτιού
Αντιλαλούν παράξενες φωνές
Σα τη προσευχή μικρού παιδιού.


Έτσι κι εγώ τ'απογεύματα τις Κυριακές
Γίνομαι ξανά παιδί κι αφήνω μια ευχή,
Αποκοιμιέμαι πάνω στων ονείρων τις ριπές
Μα πάντα πιο μόνη ξυπνώ την αυγή.

Καθρέφτισμα Ρουτίνας


Ζεις μια ζωή απ'την ομορφιά
της ψευτιάς μεθυσμένη
και συμπορεύεσαι με μια αγάπη
τάχα αθέλητα θλιμμένη


Μια μαργαρίτα ξεπετάγεται 'μπρός σου
απ' τις πλάκες της Ασκληπιού
κι ανεπαίσθητα τα μάτια σου ζητάνε
μια χασμάδα ουρανού


Μα το βλέμμα σου τρέχει μόνο
σε πρωινές εφημερίδες
κι η ψυχή σου με κάποιου μύθου
παλεύει άηχα, τις Ευμενίδες


διαφημίσεις, αγγελίες,
κηδείες, πολύχρωμες εικόνες
παρελαύνουν στην απανεμιά
του νου σου τις οθόνες


Στη γης δίχως λαχτάρα πια
ζητάς τον ουρανό,
στου Αχέροντα τον άβυθο βυθό
έναν, οποιονδήποτε Θεό


Μα καθώς δε πουλάνε
τέτοια είδη στα εμπορικά
μένεις πάντοτε με χέρια
και μάτια αδειανά.

Σκληρή Ματαιότις





ξεκίνησες μ' οράματα στα σκέλια
ψάχνοντας σ' ατέλειωτα νυχτέρια
για λίγο θεό.


γαζτώθηκες επίμονα
σ' όνειρα ανήλικα
για λίγο αληθινό.


ανέβηκες το τραχύ μονοπάτι
δοσμένος σε μια φασματική αγάπη
για λίγο ουρανό.


είπες έτσι, ηττημένος απ' την ηδονή της ψευδαίσθησης
να σπάσεις τους καθρέφτες του φθόνου
μα σε πήρε το στημένο παιxνίδι του κόσμου,
είπες έτσι με τα κέρινα φτερά μιας παραίσθησης,
να πετάξεις μα ξέχασες πάλι στη γη τη καρδιά σου
καημένε Ίκαρε που είναι λοιπόν τα φτερά σου;

28/7/07

Σιγή






Όταν φωνάζω, να ξέρεις, δεν είμαι εγώ.
Είναι το μοιρολόγι της μέσα μου σιωπής,
Είναι το κενό που ντύθηκε στους αιώνες ηχώ,
Το κενό μιας, οποιασδήποτε απάντησης στα "γιατί;"

Όταν φωνάζω, να ξέρεις, δεν είμαι εγω.
Είναι η πληγή μου γυμνή, ψάχνει να κρυφτεί,
Ένα στιλπνό προσωπείο μου δίνει πάντα να φορώ,
Αφού να με σκοτώσει δεν είναι αρκετή.

Όταν φωνάζω, να ξέρεις, δεν είμαι εγώ.
Είναι η ψυχή που αφήνεται σ'απατηλή φυγή,
Μια Νεράιδα μικρή που δεν ανήκει εδώ
Ψηλαφεί σε στίχους, του χρόνου τη ρωγμή.

Είναι που στις παρυφές της μιζέριας λιποψιχώ,
Γιατί η σιγή θέλει τόλμη κι αρετή
Όταν φωνάζω, να ξέρεις, δεν είμαι εγώ.
Είναι το παιδί που ψαχνεί λιγάκι προσοχή.



(Κάτι αναγνωριστικό...)


΄Aρρωστη Ερινύς






Δεν έχει ματια
τα φιδια που κρατουσε
της τρων τα χέρια

Τουτη η κολόνα
εχει μια τρυπα, βλέπεις
την Περσεφονη;

Βουλιάζει ο κόσμος
κρατήσου, θα σ'αφήσει
μόνο στον ήλιο.

Γράφεις.
Το μελάνι λιγόστεψε
η θάλασσα πληθαίνει.


Γιώργου Σεφερη.